Jul 6, 2011

Jacques Lacarriere

Ολόγυρα ερείπια, σιδηρικά, σωροί από χαλάσματα και ένα αλσύλλιο από αγαύες σε ένα ανασκαμμένο από τις νάρκες και τις μάχες έδαφος. Λίγο πιο κάτω, στα δεξιά, στο μέσον ενός κήπου που είναι πια ένα ακαθόριστο τοπίο, ορθώνεται η πρόσοψη ενός μεγάλου κτιρίου από το οποίο έχουν μείνει μόνο οι τοίχοι... (ήταν το σχολείο του αγίου Κασιανού..)


Είμαστε δυο βήματα ακριβώς από την οχύρωση που φράσσει το ανατολικό μέρος της παλιάς πόλης κι ωστόσο οι θόρυβοι της σύγχρονης πόλης δεν φτάνουν παρά υπόκωφοι. Ναι, πρόκειται για ένα περιχαρακωμένο από ερείπια και σιωπή πεδία μέσα στον intra-muros λαβύρινθο της παλιάς πόλης, που η ίδια βρίσκεται εγκιβωτισμένη μέσα στη σύγχρονη πόλη. Πρόκειται επίσης για ένα ταξίδι στο χρόνο.

Για τις ζούγκλες : ...αρχίζουν οι τυφλές προσόψεις όπου διασταυρώνονται αγκαθωτοί θάμνοι και κισσοί. Αναρωτιέμαι τι όνομα να δώσω σε αυτούς του κήπους που ξανάγιναν άγριοι, σε αυτό το όργιο από αγριόχορτα, σ αυτούς τους τοίχους που έχουν καταληφθεί από την παραληρηματική άνθηση των ιβίσκων. Η φύση ξαναπήρε για τα καλά τα δικαιώματά της, αλλά ποια δικαιώματα ακριβώς; ...... Ακριβώς λίγο πιο πέρα αφού προσπεράσει κανείς τις νεκρές προσόψεις, δέντρα, ψηλά δέντρα έχουν φυτρώσει στο εσωτερικό των κτιρίων.
.... έτσι που σ΄ αυτούς τοι τοίχους-φαντάσματα να μετρά κανείς τη διάρκεια και το εύρος της καταστροφής με το ύψος των δέντρων. Ίσως γι αυτό η Νεκρή Ζώνη να ονομάζεται ειρωνικά Πράσινη γραμμή;

Άννη Κούπη
Monument of the moon

Ένα ρόδι από τη buffer zone. Το μόνο σημάδι, το μόνο ενθαρρυντικό σύμβολο που είδα και πήρα από αυτό το εκτός χρόνου τοπίο. Το ρόδι ήταν ο αγαπημένος καρπός της Περσεφόνης, της θεάς του κάτω Κόσμου, που εδώ θα έβρισκε απολύτως τη θέση της. Είμαι στη χώρα των νεκρών και προχωρώ με ένα ρόδι στο χέρι. Για να το φέρω κι εγώ, όπως ο Ορφέας, στη χώρα των ζωντανών. (σελ 47)

Το μπλε τρακτέρ.
Αρχικά υπήρχε ένα κτίσμα για να στεγάζει ένα τρακτέρ, που βρισκόταν εκεί αχρηστευμένο. Ένα τρακτέρ χρώματος μπλε. Όταν έγινε ξαφνικά η κόλαση του Αυγούστου, ο ιδιοκτήτης του τρακτέρ το σκάσε χωρίς να αναζητήσει τα υπάρχοντά του, όπως είπαν, εν παύση περιπτώσει άφησε το τρακτέρ ακινητοποιημένο εκεί για μερικά χρόνια. Ώσπου μια μέρα, το 1985 γύρισε και το απαίτησε! Του το επέστρεψαν λοιπόν. Το μόνο προβλήματα ήταν πως η θέση αυτή είχε σηματοδοτηθεί με την ονομασία Μπλε Τρακτέρ. Για να μην είναι λάθος οι χάρτες και για να παραμείνει το τοπωνύμια, οι υπεύθυνοι αναζήτησαν απεγνωσμένα ένα άλλο μπλε τρακτέρ στο νησί. Όμως βρήκαν μόνο ένα παιδικά τρακτέρ. Το έβαλαν λοιπόν εκεί κάτω από το δέντρο, η μάλλον το θάμνο για να περιμένει ίσως με τη σειρά του τον ιδιοκτήτη του – που πρέπει να μεγάλωσε να έρθει κι αυτός να το αναζητήσει.

... μέσα σε ένα μεγάλο κτίριο από το οποίο έχουν μείνει μόνο οι τοίχοι, μεγαλώνουν συκιές, ευκάλυπτοι, ελιές, ψευδοακακίες, χαρουπιές και φοίνικες. Μια μικρή Εδέμ στη καρδιά της αστικής ερήμου. Ένα θρόισμα ζωής στον κόλπο της μεταλλικής σιωπής.

... εδώ τα δέντρα αντικαθιστούν τα αστέρια για να αναδείξουν την παλαιότητα και το μεγαλείο των τόπων !


Τὸ σπίτι κοντὰ στὴ θάλασσα
Τὰ σπίτια ποὺ εἶχα μου τὰ πῆραν. Ἔτυχε
νά᾿ ναι τὰ χρόνια δίσεχτα πόλεμοι χαλασμοὶ ξενιτεμοὶ
κάποτε ὁ κυνηγὸς βρίσκει τὰ διαβατάρικα πουλιὰ
κάποτε δὲν τὰ βρίσκει- τὸ κυνήγι
ἦταν καλὸ στὰ χρόνια μου, πῆραν πολλοὺς τὰ σκάγια-
οἱ ἄλλοι γυρίζουν ἢ τρελαίνουνται στὰ καταφύγια.
Μὴ μοῦ μιλᾶς γιὰ τ᾿ ἀηδόνι μήτε γιὰ τὸν κορυδαλλὸ
μήτε γιὰ τὴ μικρούλα σουσουράδα
ποὺ γράφει νούμερα στὸ φῶς μὲ τὴν οὐρά της-
δὲν ξέρω πολλὰ πράγματα ἀπὸ σπίτια
ξέρω πὼς ἔχουν τὴ φυλή τους, τίποτε ἄλλο.
Καινούργια στὴν ἀρχή, σὰν τὰ μωρὰ
ποὺ παίζουν στὰ περβόλια μὲ τὰ κρόσσια τοῦ ἥλιου,
κεντοῦν παράθροφυλλα χρωματιστὰ καὶ πόρτες
γυαλιστερὲς πάνω στὴ μέρα-
ὅταν τελειώσει ὁ ἀρχιτέκτονας ἀλλάζουν,
ζαρώνουν ἢ χαμογελοῦν ἢ ἀκόμη πεισματώνουν
μ᾿ ἐκείνους ποὺ ἔμειναν μ᾿ ἐκείνους ποὺ ἔφυγαν
μ᾿ ἄλλους ποὺ θὰ γυρίζανε ἂν μποροῦσαν
ἢ ποὺ χάθηκαν, τώρα ποὺ ἔγινε
ὁ κόσμος ἕνα ἀπέραντο ξενοδοχεῖο.
Δὲν ξέρω πολλὰ πράγματα ἀπὸ σπίτια,
θυμᾶμαι τὴ χαρά τους καὶ τὴ λύπη τους
καμιὰ φορά, σὰ σταματήσω-
ἀκόμη
καμιὰ φορά, κοντὰ στὴ θάλασσα, σὲ κάμαρες γυμνὲς
μ᾿ ἕνα κρεβάτι σιδερένιο χωρὶς τίποτε δικό μου
κοιτάζοντας τὴ βραδινὴν ἀράχνη συλλογιέμαι
πὼς κάποιος ἑτοιμάζεται νὰ ῾ρθεῖ, πὼς τὸν στολίζουν
μ᾿ ἄσπρα καὶ μαῦρα ροῦχα μὲ πολύχρωμα κοσμήματα
καὶ γύρω του μιλοῦν σιγὰ σεβάσμιες δέσποινες
γκρίζα μαλλιὰ καὶ σκοτεινὲς δαντέλες,
πὼς ἑτοιμάζεται νὰ ᾿ ρθει νὰ μ᾿ ἀποχαιρετήσει-
ἤ, μιὰ γυναίκα ἐλικοβλέφαρη βαθύζωνη
γυρίζοντας ἀπὸ λιμάνια μεσημβρινά,
Σμύρνη Ρόδο Συρακοῦσες Ἀλεξάντρεια,
ἀπὸ κλειστὲς πολιτεῖες σὰν τὰ ζεστὰ παράθυροφυλλα,
μὲ ἀρώματα χρυσῶν καρπῶν καὶ βότανα,
πὼς ἀνεβαίνει τὰ σκαλιὰ χωρὶς νὰ βλέπει
ἐκείνους ποὺ κοιμήθηκαν κάτω ἀπ᾿ τὴ σκάλα.
Ξέρεις τὰ σπίτια πεισματώνουν εὔκολα, σὰν τὰ γυμνώσεις.
Σεφέρης

Jul 1, 2011

Ιστορία και Μνήμη

"το καινό υπονοεί μια γέννηση, μια έναρξη, η οποία με το χριστιανισμό αποκτά ένα σχεδόν ιερό χαρακτήρα βαπτίσματος. Το καινό σημαίνει κάτι περισσότερο από μια τομή με το παρελθόν, μια λήθη, ένα σβήσιμο, μια απουσία παρελθόντος." (ιστορία και μνήμη σελ.57)

Jun 28, 2011

Σύνορα και γέφυρες σελ 303

Παραδοξότητα του συνόρου : δημιουργημένα από επαφές, τα σημεία διαφοροποίησης ανάμεσα σε δύο σώματα είναι επίσης κοινά. Η σύζευξη και η διάζευξη είναι αδιαχώριστες. Aπό τα δύο σώματα σε επαφή, ποιο κατέχει το σύνορο που τα διακρίνει; Ούτε το ένα ούτε το άλλο. Δηλαδή κανένας;

Ο ποταμός, ο τοίχος ή το δέντρο, φτιάχνουν σύνορο...

Η ομιλία του συνόρου, δημιουργεί επικοινωνία όσο και διαχωρισμό και μάλιστα το όριο το θέτει απλώς λέγοντας τι το διασχίζει, προερχόμενο από τον άλλο. Συναρθρώνει. Είναι επίσης πέρασμα... Είναι το «ενδιάμεσο» ένας χώρος μεταξύ των δύο.
.. το σύνορο είναι σαν ένα κενό, αφηγηματικό σύμβολο ανταλλαγών και συναντήσεων.
...μεταστρέφει το σύνορο σε σημείο διάβασης, τον ποταμό, τον «γυρίζει» σε γέφυρα. Αφηγείται αντιστροφές και μετατοπίσεις: η πόρτα που κλείνει είναι ακριβώς εκείνη που ανοίγουμε ο ποταμός εκείνος που δίνει ελεύθερο πέρασμα, το δέντρο εκείνο που σημαδεύει τα βήματα μιας προέλασης, ο φράκτης, σύνολο δικάνων όπου γλιστρά η ματιά.
Κάθε έκβαση είναι το σημείο αφετηρίας άλλων διακλαδώσεων. Κάπου κάπου, τα μονοπάτια αυτού του λαβυρίνθου συγκλίνουν, παραδείγματος χάριν, φτάνετε στο σπίτι μου εσείς που, σένα από τα πιθανά παρελθόντα, είστε εχθρός μου, ενώ σ ένα άλλο, φίλος μου....
(Ο κήπος με τα διακλαδωτά μονοπάτια Mπόρχες. )
για την δομή της πόλης...

Οι πόλεις και τα χωριά σε όλα τα μέρη του κόσμου ανήκουν σε έναν από τους τρεις τύπους, που οργανώνονται είτε γύρω από ένα κέντρο, είτε σε διαμήκη διάταξη, είτε κατά συστάδες (η συστάδα βασίζεται απλά στην εγγύτητα των στοιχείων, ενώ η ομάδα υποδηλώνει μια κανονική, ίσως γεωμετρική δισδιάστατη ή τρισδιάστατη χωρική οργάνωση).
Δύο χωρικά σχήματα ιδιαίτερου ενδιαφέροντος είναι ο κάνναβος και ο λαβύρινθος. Ο κάνναβος είναι ένα «ανοικτό», ορθογώνιο πλέγμα από διαδρομές που μπορούν να γεμίσουν με κτήρια κατά διάφορους τρόπους. Ο λαβύρινθος, αντίθετα είναι ένα σύνολο όπου απουσιάζουν οι ευθείες και οι συνεχείς διαδρομές, ενώ παράλληλα χαρακτηρίζεται από υψηλή πυκνότητα δόμησης. Αποτελεί το παραδοσιακό σχήματα του αραβικού οικισμού. (πνεύμα του τόπου σελ 72-73)
Ρίλκε

«Βρισκόμαστε άραγε εδώ, για να λέμε: σπίτι, γέφυρα, κρήνη, πύλη, κανάτι, δέντρο, παράθυρο - ή το πολύ: κολώνα, πύργος..»
« Εξύμνησε στον Άγγελο τον κόσμο μας, όχι το άρρητο, αυτόν δεν μπορείς να τον θαμπώσεις με μεγαλόπνοες συγκινήσεις. Στο σύμπαν όπου εκείνος τόσο αισθαντικά αισθάνεται, εσύ είσαι μονάχα ένας πρωτάρης. Γι’ αυτό δείξε του κάποιο απλό πράγμα που έπλασε η μια γενιά μετά την άλλη, ώσπου έγινε δικό μας και ζει στα χέρια και στα μάτια μας σαν κομμάτι του εαυτού μας. Πες του για πράγματα που θα σταθεί κατάπληκτος: όπως στάθηκες εσύ πλάι στο σχοινοποιό στη Ρώμη ή στον αγγειοπλάστη του Νείλου. Δείξε του πόσο χαρούμενο μπορεί να είναι ένα πράγμα του, πόσο αθώο και δικό μας, πώς ακόμα και ο θρήνος της θλίψης μπορεί να λάβει καθαρά τη δική του μορφή, υπηρέτησε σαν πράγμα, ή πέθανε σαν πράγμα - κι εκστατικά δραπέτευσε, πιο πέρα από το βιολί. Κι αυτά τα πράγματα που ζουν μόνο παροδικά, ψάχνουν να διασωθούν από εμάς, τους ακόμα πιο προσωρινούς. Θέλουν να τα μεταμορφώσουμε εντελώς μέσα στις αόρατες καρδίες μας για να γίνουν όπως ‘ω ατελείωτα΄όπς εμείς.! Όποιοι τελικά κι αν είμαστε» (Ριλκε, Ένατη Ελεγεία, όπως αναφέρεται στο «το πνεύμα του τόπου» σελ 202)

Το πνευμα του τόπου

.... η οροφή μπορεί να καθορίζει και να οπτικοποιεί την εσωτερική χωρική δομή. Γενικά, η ύπαρξη μιας οροφής προσδιορίζει το ιδιαίτερο είδος του περίκλειστου χώρου, που είναι γνωστός ως «εσωτερικός χώρος». Όταν δεν υπάρχει οροφή, ο ουρανός λειτουργεί ως το άνω όριο, και ο χώρος είναι , παρά τα πλευρικά του όρια, μέρος του «εξωτερικού χώρου». Ένας περίκλειστος χώρος που φωτίζεται από πάνω προκαλεί, συνεπώς την παράξενη αίσθηση του να βρίσκεται ταυτόχρονα και έξω και μέσα. (Το πνεύμα του Τόπου σελ. 70-71)

Jun 27, 2011

Μαραγκού [Λευκωσία]

156
/Από τις αγορές που ευρίσκονται χωριστά πρέπει πρώτα να μνημονεύσουμε το Γυναικοπάζαρο, ανοικτό κάθε Παρασκευή, όπου πωλούνται όλα τα είδη ραπτικής και κάθε τι που ανήκει σε αυτήν... κτλ/

172
/Αντικρίζουμε τα τζαμιά και τους κήπους της πρωτεύουσας. Ένα χαμηλό τείχος, διακοπτόμενο κατακόρυφα από προμαχώνες, εκτείνεται και στρίβει δεξιά και αριστερά. Μια πύλη, επί της οποίας βρίσκεται υψωμένη μια αγγλική σημαία, ανοίγεται μπροστά μας και συνορεύει στη μια της πλευρά με το kisla ή παραπήγματα και στην άλλη με το στρατιωτικό νοσοκομείο. Πάνω από το τείχος και την πύλη ξεπετιούνται μιναρέδες, καμπαναριά και δέντρα· οι μιναρέδες κωνοειδείς στην κορυφή τους ο καθένας επιστέφεται με ένα μισοφέγγαρο· τα καμπαναριά τετραγωνικού σχήματος, με γωνιώδη ανοίγματα, επιστέφονται με σιδερένιους σταυρούς· τα δέντρα, πολλών ειδών και χρωματισμών ποικίλλουν από ιτιές και κυπαρίσσια μέκρι πορτοκαλιές, συκιές και φοινικιές./
Παυλίδης Άντρος. Η Κύπρος.

178
/Εδώ μπροστά μας είναι οι ξυλουργοί, πιο πέρα είναι ο δρόμος των χαλκουργών που λάμπει από τη μια μεριά στην άλλη από την ανταύγεια του χαλκού. Τα πάντα είναι στεγασμένα με ψάθες, τσίγκους, σκισμένα πανιά ή χρησιμοποιημένα τσουβάλια, που κρέμονται σαν αμφίβολη προστασία από τη ζέστη το καλοκαίρι και από τη βροχή το χειμώνα. Τα μαγαζιά είναι κατά κάποιο τρόπο υπαίθρια. Ψωνίζουμε από έξω, σχεδόν χωρίς να μπούμε μέσα, αφού όλα είναι ανοιχτά μπροστά μας, σαν ένα κουτί, που έχουν αφαιρέσει από τις πλευρές του και δίπλα-δίπλα, χωρίς κενό ανάμεσά τους για οικονομία χώρου. Ολόκληρος ο δρόμος με τα υφάσματα καλύπτεται από διακόσμηση. Το κόκκινο αστράφτει σαν φωτιά. Εδώ φτιάχνουν παπλώματα, γεμισμένα με βαμβάκι, απαραίτητος εξοπλισμός κάθε Κύπριου ταξιδιώτη, ενώ λίγο πιο πέρα κάνουν στρώματα. Ένα πλήθος από τουρκάλες περνούν προχωρώντας σιγά σαν ένας κόσμος μικρός τελείως ξεχωριστός, μοιάζοντας αδιάφορες στα μάτια, φορώντας φερετζέ που τον κρατούν με το αριστερό χέρι κρύβοντας έτσι το πρόσωπό τους. Είναι ένα σύννεφο άσπρο, κίτρινο και βιολετί, από το οποίο δε βλέπουμε παρά μόνο το άκρο και τα μικρά άνετα πασούμια.
Στους μπακάληδες υπάρχει ποικιλία από όλα τα προϊόντα της κυπριακής γης μέσα σε μικρά ψάθινα κοφίνια καθώς και ευρωπαϊκά αντικείμενα σε καλές τιμές. Ένας εστιάτορας στο άκρο του πεζοδρομίου ψήνει σουβλάκια. Τα κουρεία ξεχωρίζουν από τις πολλές πετσέτες που είναι κρεμασμένες σε γάντζους πάνω από τις πόρτες ή εγκάρσια της οδού σαν σημαιοστολισμός, για να στεγνώσουν.
Κάτω από τις σκιές αυτών των ίσιων δρόμων, που φωτίζονται αρκετά μόνο στα μέρη όπου διεισδύει ο ήλιος, υπάρχει μια κίνηση σαν σε κυψέλη και ένα συνονθύλευμα πραγμάτων, ζώων και ανθρώπων, που σε αναγκάζουν να περπατάς γρήγορα. Καθώς κινούμαστε ανάμεσα στα εμπορεύματα, που στοιβάζονται και από τις δύο πλευρές του δρόμου, αισθανόμαστε τις μυρωδιές από τα τηγανητά , τα βαμβακερά και τα μπαχαρικά, ενώ προχωρώντας νιώθουμε μερικές φορές το άρωμα του θυμιάματος, που έρχεται από κάποιο μαγαζί, την ώρα που το ανακατεύουν μέσα στο κουτί για να το μυρίσει ο πελάτης./

[Deschamps, Emile. Στην Κύπρο τη Χώρα της Αφροδίτης.]

Jun 26, 2011

Πάνω - Κάτω [de certeau]

Το ανέβασμα σημαίνει απαλλαγή από την επήρεια της πόλης. Το σώμα δεν είναι πια ζωσμένο απ' τους δρόμους που το στρίβουν και το γυρίζουν μπρος πίσω σύμφωνα μ' έναν ανώνυμο νόμο· ούτε κατακυριευμένο, παίκτης ή πιόνι, από τη βουή τόσων διαφορών και τη νευρικότητα της κίνησης στους δρόμους. Όποιος ανεβεί εκεί ψηλά, βγαίνει από τη μάζα που συμπαρασύρει και ανακατεύει μέσα της οποιαδήποτε ταυτότητα δημιουργού ή θεατή. Ίκαρος πάνω από τα νερά αυτά, μπορεί να αγνοήσει τα πανούργα τεχνάσματα του Δαιδάλου σε κινητούς, ατέρμονους λαβύρινθους. Η ανύψωσή του τον μεταμορφώνει σε ηδονοβλεψία. Τον τοποθετεί σε απόσταση. Έξαρση σκοπικής και γνωστικής ενόρμησης. Να μην είσαι τίποτ’ άλλο πέρα από τούτο το βλέπον σημείο, αυτή είναι η μυθοπλασία της γνώσης.

Κάτω απεναντίας, πέρα από κατώφλια όπου παύει η ορατότητα – εκεί ζουν οι συνηθισμένοι χρήστες της πόλης. Στοιχειώδεις μορφή της εμπειρίας αυτής, είναι περιπατητές, οδοιπόροι, το σώμα των οποίων υπακούει στην ανισόπαχη καλλιγραφία ενός αστικού «κειμένου», που το γράφουν χωρίς να μπορούν να το διαβάσουν. Οι δρόμοι που αλληλοδιαπλέκονται σε τούτη τη συνύφανση, ανεπίγνωστα ποιήματα όπου κάθε σώμα είναι ένα στοιχείο υπογραμμένο από πολλά άλλα, διαφεύγουν από την αναγνωσιμότητα. Θαρρείς και μια τύφλωση χαρακτηρίζει της οργανωτικές πρακτικές της κατοικημένης πόλης. Τα δίκτυα αυτών των γραφών που προχωρούν και διασταυρώνονται συνθέτουν μια πολλαπλή ιστορία, δίχως δημιουργό και θεατή, διαμορφωμένη από θραύσματα τροχιάς και αλλοιώσεις χώρων – μια ιστορία που, σε σχέση με τις παραστάσεις, παραμένει καθημερινά, επ’ άπειρον, άλλη.